Πνευματικές Νουθεσίες 5(79)

Έτος 12ο Φύλλο 5(79)

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ

Πόνημα Νεανικής Συντροφιάς Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Λιβαδειάς

« Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός »

(διαδικτυακή κυκλοφορία: http://www.inevagelistrias.wordpress.com)

ΤΡΙΩΔΙΟΝ – Γ΄ ΜΕΡΟΣ: ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΣ

Τὸ Σάββατο τῆς ΣΤ΄ Ἑβδομάδος τῶν Ἁγίων Νηστειῶν περατοῦται ἡ περίοδος τῆς τεσσαρακονθημέρου νηστείας καὶ εἰσερχόμεθα στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Μεγάλη διότι ἑκάστη ἐκ τῶν ἡμερῶν αὐτῆς ἐκφράζει νόημα ἀπόρρητο, βαθὺ καὶ ἰδιαίτερο: Τὴν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, καὶ τὴν ἁγίαν ἑβδομάδα τοῦ πάθους Σου αἰτοῦμεν κατιδεῖν, φιλάνθρωπε. Καὶ ὅπως κάποτε ὁ Μωυσῆς ἀνέβηκε στὴν καιομένη κορυφὴ τοῦ ὄρους Σινᾶ, προκειμένου νὰ συναντήσει τὸν Θεὸ καὶ νὰ παραλάβει τὶς πλάκες τοῦ Νόμου, ἔτσι καὶ ἐμεῖς μετὰ τὸν ἁγνισμὸ τῶν σαράντα ἡμερῶν καὶ ἔχοντες προετοιμασθεῖ μὲ τὴν νηστεία ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, εἰσοδεύουμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστό, ὥστε νὰ ἀνέλθουμε στὸ ὄρος τῆς χάριτός Του, τὴν ἁγία Ἱερουσαλήμ, τὴν Ἐκκλησία: Χαῖρε καὶ εὐφραίνου, πόλις Σιών, τέρπου καὶ ἀγάλλου, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ· ἰδοὺ γὰρ ὁ βασιλεύς σου παραγέγονεν ἐν δικαιοσύνῃ.

Οἱ τρεῖς πρῶτες ἡμέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ἀπὸ τὸ ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων (ὁπότε ψάλλεται ὁ Ὄρθρος τῆς Μ. Δευτέρας) ἕως τὸ ἑσπέρας τῆς Μ. Τρίτης, ἡ Ἐκκλησία μνημονεύει σειρὰ Παραβολῶν καὶ ἁγιογραφικῶν γεγονότων, ἐν σχέσει μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τοὺς καρπούς της καὶ ἐν σχέσει μὲ τὴν πίστη καὶ τὴν μετάνοια. Διότι δίχως πίστη καὶ ἔργα μετανοίας εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸ μέγεθος τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Χριστοῦ, τὸ ἄρρητο τῆς σταυρικῆς Του θυσίας καὶ ἑπομένως νὰ γίνουμε μέτοχοι τοῦ Παραδείσου. Ὅλα αὐτὰ ὅμως πραγματώνονται ἐντὸς τῆς περὶ ἐσχάτων εὐαγγελικῆς παραδόσεως.

Τὴν Μ. Δευτέρα, στὸ εὐαγγέλιο τοῦ Ὄρθρου τῆς ἡμέρας, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἄκαρπη συκιά, ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν μπόρεσε νὰ ἀποκομίσει τίποτε ἄξιο, ὑποδηλώνοντας τὸ τέλος ἐκείνων ποὺ μέλλει νὰ ἀναδειχθοῦν ἀνάξιοι τῆς δωρεᾶς καὶ τῆς υἱοθεσίας Του. Ἀναφέρεται ἐπίσης στὸν ἀμπελῶνα Του, γιὰ τὸν ὁποῖο οἱ κακοὶ καὶ πονηροὶ ἐργάτες ὄχι μόνον ἀδιαφόρησαν, ἀλλὰ ἔφθασαν στὸ ἔσχατο σημεῖο ἀναισχυντίας νὰ φονεύσουν τὸν ἴδιο τὸν Υἱὸ τοῦ Κυρίου τοῦ ἀμπελῶνος. Ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ ἐμεῖς σήμερα σταυρώνουμε τὸν Χριστό, καταφρονώντας τὴν σωτήριο διδασκαλία καὶ τὰ Μυστήριά του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, τὸ εὐαγγέλιο τῆς Λειτουργίας τῆς ἴδιας ἡμέρας προμηνύει τὴν καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ καί, κατ’ ἐπέκταση, τὸν διωγμὸ τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ: τότε παραδώσουσιν ὑμᾶς εἰς θλῖψιν καὶ ἀποκτενοῦσιν ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων τῶν ἐθνῶν διὰ τὸ ὄνομά μου, καὶ τότε σκανδαλισθήσονται πολλοὶ καὶ ἀλλήλους παραδώσουσι…, καὶ διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν. Ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται. Στὸ ἴδιο πλαίσιο ἐντάσσεται ἡ παραβολὴ τῶν Ταλάντων καὶ ἰδίως τῶν Δέκα Παρθένων κατὰ τὴν Μ. Τρίτη. Ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας ἔρχεται γιὰ νὰ τελέσει γάμο λαμπρὸ μὲ τὴν ψυχή μας σὲ χρόνο ἄγνωστο καὶ ἀπροσδόκητο, καὶ εἶναι μακαρία ἡ ψυχὴ τοῦ χριστιανοῦ ἐκείνου ποὺ ἀναμένει ἀγρυπνοῦσα τὸν Κύριο μὲ τὴν λαμπάδα τῶν ἀρετῶν ἀναμμένη.

Ὅλα αὐτὰ τὰ ἐσχατολογικά, τὰ ὁποῖα διόλου τυχαῖα διαβάζονται τὶς πρῶτες τρεῖς ἡμέρες ὁδηγοῦν στὰ φρικτὰ γεγονότα τοῦ δευτέρου μέρους τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, μὲ σύνδεσμο πρόσφορο τὴν Πόρνη, ἡ ὁποία ἄλειψε τὰ πόδια τοῦ Κυρίου, καὶ ἀφετέρου τὴν Προδοσία τοῦ Ἰούδα: Ὅτε ἡ ἁμαρτωλὸς προσέφερε τὸ μῦρον, τότε ὁ Μαθητής συνεφώνει τοῖς παρανόμοις. Παράδοξα πράγματα! Ὁ Ἰούδας, ἕνας ἐκ τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου καὶ ἔχων προσωπικὴ ἐμπειρία ἀπὸ τὸν λόγο καὶ τὴν θαυματουργική Του δύναμη προστρέχει στοὺς Ἑβραίους ἀρχιερεῖς, γιὰ νὰ τοὺς προσφέρει αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμοῦν: τὸν θάνατο τοῦ Νομοθέτου καὶ Λυτρωτή τοῦ Ἱσραήλ. Ἀντιθέτως, μιὰ ἁμαρτωλὴ γυναῖκα προστρέχει συντετριμμένη καὶ παραδίδεται στὴν εὐσπλαχνία τοῦ Χριστοῦ, ἀναγνωρίζοντας τὴν μεσσιανική Του ἰδιότητα καὶ δύναμη.

Τὴν Μ. Πέμπτη (Μ. Τετάρτη ἑσπέρας), ἡμέρα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, ὁ Δεσπότης Χριστὸς παραθέτει πρὸς βρῶσιν τὸ ἄχραντο σῶμα Του καὶ τὸ τίμιο αἷμα Του, συγκροτώντας διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ τὴν Ἐκκλησία, ὡς ἑνότητα τῶν πιστῶν ἐν τῷ σώματι καὶ τῷ αἵματί Του. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴν μετοχὴ στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στὸ Δεῖπνο, τὸ ὁποῖο παραθέτει γιὰ ἐμᾶς ἐν τῇ φιλανθρωπίᾳ Του. Κάθε λοιπόν προσπάθεια ἄμεσης ἣ ἔμμεσης ἀμφισβητήσεως τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας καταλύει εὐθέως καὶ συλλήβδην τὴν Ἐκκλησία. Ἀλλὰ δὲν εἶναι μόνον αὐτό· ὁ καταφρονῶν τὴν θεία Μετάληψη, ἰδίως τὴν Μ. Πέμπτη καὶ τὸ Μ. Σάββατο, εἶναι ἔκθετος στὸν διάβολο. Ὁ Ἰούδας πρόδωσε τὸν Χριστὸ ἀμέσως μετὰ τὴν λήψη τοῦ Σώματος τοῦ Κυρίου: καὶ μετὰ τὸ ψωμίον [= τὴν μετάληψη τοῦ Σώματος τοῦ Κυρίου], τότε εἰσῆλθεν εἰς ἐκεῖνον [= τὸν Ἰούδα] ὁ σατανᾶς (Ἰω. 13, 27). Ὁ Ἰούδας δαιμονίστηκε μόνον ὅταν κοινώνησε ἀναξίως, καὶ τότε ἔσπευσε νὰ προδώσει τὸν Χριστὸ καὶ νὰ Τὸν ὁδηγήσει στὸν σταυρικὸ θάνατο.

Μεγάλη ἱερὴ καὶ σεβασμία ἡ ἡμέρα τῆς Μ. Παρασκευῆς, κατὰ τὴν ὁποία βιώνουμε τὸ Πάθος τοῦ Κυρίου, τὴν Ἄκρα Ταπείνωση, τὴν ἄκρα μακροθυμία Του. Ἡ θεία Λειτουργία ἀναστέλλεται ἐνώπιον τῆς ἀκραίας θυσίας τοῦ Ἀμνοῦ καὶ Μεγάλου Ἀρχιερέως. Καθὼς οἱ εὐαγγελικὲς περικοπὲς διαδέχονται ἡ μία τὴν ἄλλη, θρηνοῦμε καὶ συμπάσχουμε μαζί Του, γιὰ ὅσα καταδέχθηκε γιὰ ἐμᾶς καὶ ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Ἰησοῦς, ἡ ἐσταυρωμένη Ἀγάπη. Ψάλλεται τὸ Σήμερον, ὄχι κάποτε, «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου», καὶ λιτανεύει ὁ ἱερεὺς μὲ τὸν σταυρὸ στὸν ὦμο καὶ ὑψώνει Αὐτὸν στὸ μέσον τοῦ ναοῦ. Παριστάμεθα καὶ ἐμεῖς ἐκεῖ, μαζὶ μὲ τὴν Παναγία καὶ τὸν Ἰωάννη καὶ τοὺς ἀγγέλους.

Ἆραγε, ἔχουμε συνείδηση τῆς πρὸς ἐμᾶς ἀρρήτου θυσίας τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς πρὸς ἐμᾶς ἀβυσσώδους ἀγάπης Του; Ἐὰν ναί, γιατί ἀρνούμεθα νὰ σπεύσουμε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Κυρίου μας, ὅταν Αὐτὸς μᾶς προσκαλεῖ μὲ τὰ ἁπλωμένα στὸν σταυρό χέρια; Ἔχουμε γνώση τῆς ἀδιαφορίας καὶ σκληρότητός μας; Ἀλλοίμονο! Κλῆρος καὶ λαὸς πληγώνουμε ἀνηλεῶς τὸ ματωμένο σῶμα τοῦ Ἰησοῦ· ἄλλος μὲ τὰ βέλη τῆς ἀπιστίας καὶ πονηρίας, ἄλλος μὲ τὴν λόγχη τῆς ὑπερηφάνειας, ἄλλος μὲ τὸν πέλεκυ τῆς μνησικακίας καὶ τῆς κατακρίσεως, ἄλλος μὲ τὴν φιλαργυρία καὶ τὴν ἀδικία, ἄλλος μὲ τὴν πορνεία καὶ τὴν ἀναισχυντία… χειρότεροι καὶ πιὸ θρασεῖς καὶ ἀπὸ αὐτὸν ἀκόμη, ποὺ ράπισε τὸν Κύριο.

Μ. Παρασκευή, μεγάλη καὶ ἡ συγκίνηση τῶν Ὀρθοδόξων στὴν Ἀποκαθήλωση καὶ στὸν Ἐνταφιασμὸ τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε μαζὶ μὲ τὸν Ἰωσήφ Ἀριμαθείας καὶ τὸν Νικόδημο ἀλλὰ καὶ μαζὶ μὲ τὶς οὐράνιες δυνάμεις τελοῦμε τὴν ἐκφορὰ τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Κυρίου. Σηκώνουμε καὶ κρατᾶμε μὲ τὰ ἀνάξια χέρια μας, ποιόν; Ἐκεῖνον ποὺ τὰ Χερουβεὶμ τρέμουν ἀκόμη καὶ νὰ ἀντικρύσουν! Καὶ λιτανεύουμε Αὐτόν μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους, γιατί; Γιὰ νὰ γίνουμε μέτοχοι τῆς Ἀναστάσεώς του! Δὲν εἶναι ἡ πομπὴ τοῦ Ἐπιταφίου θέαμα (happening), οὔτε εὐκαιρία γιὰ κοσμικὲς ἐκδηλώσεις· εἶναι πορεία πρὸς στὸν ἅδη μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Συνθαπτόμεθα σήμερα μαζὶ μὲ τὸν Νυμφίο μας, γιὰ νὰ ἀναστηθοῦμε μαζί Του.

Τὸ Ἅγιο καὶ Μεγάλο Σάββατο εἶναι ἡ πλέον θλιβερὴ ἡμέρα τοῦ ἔτους, εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς μεγάλης σιγῆς καὶ προσδοκίας. Ὁ Χριστὸς ὑπνοῖ καὶ σαββατίζει, ἔχων ὁλοκληρώσει τὸ ἔργο τῆς θείας Οἰκονομίας. Ἐμεῖς περιφερόμαστε στὶς ἀγορὲς καὶ στὶς πλατεῖες, μὲ ἀστεϊσμούς, μὲ βωμολοχίες καὶ μὲ ἄσεμνα βλέμματα, κάποιοι δὲ ἄλλοι σπεύδουν, χωρὶς μετάνοια καὶ συντριβή, νὰ κοινωνήσουν τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου, γιὰ τὸ «καλό»! Καὶ ὅλα αὐτὰ συμβαίνουν, ὅταν ὁ Χριστὸς στὸν ἅδη συντρίβει μετ’ ἐξουσίας τὸν θάνατο, ἀνεγείρων τὸν Ἀδάμ, καὶ ἐπαναφέρων τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀρχαία του δόξα.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτό: «Σιγησάτω πᾶσα σὰρξ βροτεία, καὶ στήτω μετὰ φόβου και τρόμου, καὶ μηδὲν γήϊνον ἐν ἑαυτῇ λογιζέσθω· ὁ γὰρ Βασιλεὺς τῶν Βασιλευόντων, καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων προσέρχεται σφαγιασθῆναι καὶ δοθῆναι εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς· προηγοῦνται δὲ τούτου οἱ Χοροὶ τῶν Ἀγγέλων μετὰ πάσης ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας, τὰ πολυόμματα Χερουβεὶμ καὶ τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφεὶμ, τὰς ὄψεις καλύπτοντα καὶ βοῶντα τὸν ὕμνον· Ἀλληλούϊα». Ὁ Κύριος τῆς Δόξης, ἔχων ἤδη ἀνακαινίσει τὸν σύμπαντα κόσμο καὶ ἔχων ἤδη ἀνοίξει τὶς πύλες τοῦ Παραδείσου, σπεύδει νὰ σφαγιασθεῖ, νὰ γίνει τροφὴ ἀθανασίας γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀχαρίστους καὶ ἀγνώμονες τῆς ἀγάπης Του!

Ἀγαπητὲ ἀναγνώστη, οἱ ἡμέρες τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομάδος εἶναι ἡμέρες ἀπόλυτης σιωπῆς, ἐγκρατείας καὶ περισυλλογῆς. Τὸ μόνο ποὺ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη καρδιακὴ προσευχὴ καὶ ἡ διαρκὴς μελέτη τῶν γεγονότων τῆς σωτηρίας μας. Εἶναι λοιπόν λυπηρό, ὅταν ὁ Δεσπότης μας Χριστὸς ἐμπαίζεται, ἀτιμάζεται καὶ σταυρώνεται γιὰ χάρη μας, ἐμεῖς νὰ Τον καταφρονοῦμε διὰ τῆς ἀδιαφορίας καὶ τῆς ἀπιστίας μας.

Ἀλλὰ τί ἀπαντᾶ σὲ αὐτὸ ὁ ἀνεξίκακος Ἰησοῦς: Πάτερ ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι. Τί ὀφείλουμε νὰ ἀπαντήσουμε ἐμεῖς; Δόξα τῇ μακροθυμία Σου, Φιλάνθρωπε!

Κωνσταντίνος Βαφειάδης, καθηγηγητής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ