Πνευματικές Νουθεσίες 2(44)

Έτος 6ο                                                                                                            Φύλλο 2(44)

 

         ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ  ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ   

    Πόνημα  Νεανικής Συντροφιάς Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Λιβαδειάς

« Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός »

 ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΣ

 

Ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος εορτάζει στις 23 Οκτωβρίου και την Κυριακή μετά την Γέννηση του Ιησού Χριστού μαζί με τη μνήμη του Δαβίδ του Προφήτου και Ιωσήφ του μνήστορος.

Ζωή Ασκητική

Ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, ο Απόστολος του Κυρίου, ήταν από την Ιουδαία, υιός του μνήστορος Ιωσήφ. Ο Ιωσήφ ήταν παντρεμένος προτού μνηστευθεί την Παρθένο και από την γυναίκα του εκείνη είχε επτά παιδιά, τον Ιάκωβο, τον Ιωσή, τον Ιούδα, τον Σίμωνα (Συμεών), την Εσθήρ, την Μάρθα και την Σαλώμη, η οποία ήτο μητέρα των Αγίων Αποστόλων Ιωάννου και Ιακώβου. Είχε πεθάνει εκείνη και εμνηστεύθη την Αειπάρθενο Μαριάμ, δια να μεγαλώσει τα παιδιά του, που ένα από αυτά, όπως προείπαμε, είναι και ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος. Λέγεται Αδελφόθεος, όχι διότι ήταν αδελφός, αλλά διότι έζησαν σαν αδέλφια κάτω από την ίδια στέγη του Ιωσήφ. Πρώτα τον ονόμαζαν Ιοβλίαν, που σημαίνει στην Εβραϊκή δίκαιος, διότι τόσο ενάρετα από βρέφος έζησε και τόση εγκράτεια είχε εις όλες του τις αισθήσεις και τα μέλη του, που ήταν παράξενο. Τα μάτια του έβλεπαν πάντα δίκαια, γι’ αυτό ήταν πάντοτε άξιος του ελέους του Θεού. Η ακοή του ήταν πάντοτε για να ακούει σωτήρια αναγνώσματα. Στο στόμα του είχε πάντοτε το Νόμο. Το δεξί του χέρι ήταν πάντοτε έτοιμο για ελεημοσύνη, η δε τροφή του ήταν πάντοτε εγκρατής από όλα τα περιττά και άχρηστα. Ποτέ στη ζωή του δεν έφαγε έμψυχο πράγμα, δηλαδή κρέας, ψάρι, θαλασσινά ή άλλο που να είχε πνοή και ζωή. Κρασί δεν έπινε ποτέ του. Μόνον με νερό ξεδιψούσε. Η τροφή του ήταν ψωμί και δάκρυα. Τις μετάνοιές του φανέρωναν τα σκελετωμένα γόνατά του, εις τα οποία φαίνονταν μόνο το δέρμα με τα οστά, ενώ η σάρκα είχε χαθεί από τη νηστεία. Το ένδυμά του ήταν ράσο τρίχινο. Λινό φορούσε μόνον όταν έμπαινε στο Ιερόν.

Παράδειγμα Επισκόπου

Όταν έγινε Επίσκοπος ο μέγας αυτός Ιάκωβος έδειξε τις αρετές του με την ταπεινοσύνη του και την μετριοφροσύνη του. Από την αρχή της Καθολικής επιστολής του Αποστόλου τούτου, φαίνεται πόσο ταπεινός και μετριόφρων ήταν. Διότι υπογράφεται σ’ αυτήν: «Ιάκωβος, Θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού δούλος». Δεν αναφέρει κανένα από τα τρία μεγαλεία και αξιώματα που είχε: Επίσκοπος, Απόστολος, Αδελφόθεος, καθώς ο Παύλος προς Γαλάτας τον μαρτύρησε, παίρνει παράδειγμα τον Διδάσκαλο.

Ιατρός των ψυχών

Έπειτα διορθώνει την κακήν ασθένεια μερικών, που θεωρούν τον Θεό αίτιο των κακών. Αυτός λοιπόν ως γιατρός θεράπευσε την ασθένεια αυτή λέγοντας: «Κανένας όταν πειράζεται να μη λέγει ότι από τον Θεό πειράζομαι. Τέτοια βλασφημία να μην την βάλει κανείς στον νουν του. Διότι, ο Θεός δεν είναι δυνατόν να πειρασθεί ποτέ από κάτι κακόν και πονηρό και συνεπώς είναι απολύτως αδύνατον αυτός να προκαλέσει κακόν σε κανένα. Κανένας σπρώχνεται εις την αμαρτία από δική του κακή επιθυμία. Αυτή τον παρασύρει και με το δόλωμα της ηδονής τον τραβά. Έπειτα τους συμβουλεύει να μην καυχηθεί κανείς όταν κατορθώσει να κάμει κάτι καλόν, επειδή χωρίς την θεία χάριν δεν μπορούμε να κάνουμε κανένα καλό έργο. Αυτός μας δίδαξε να χαλιναγωγούμε την γλώσσα, να μη λέγουμε καταλαλιά ή κατάκριση. Είναι πολύ κακό να κατακρίνει κανείς τον άλλον. Μας δίδαξε να μη λέγουμε ψέματα. Εξαιρετικώς δε, να αποφεύγουμε την επιορκία, δηλαδή να ορκιζώμεθα ψέματα.

Τον ευλαβούντο και οι Απόστολοι

Τον Θείον τούτον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, όλοι οι Απόστολοι τον είχαν σε μεγάλη ευλάβεια και τον λόγο του εφύλαττον ως Νόμο, καθώς φαίνεται σε πολλά μέρη από τις πράξεις των Αποστόλων.
Αυτός λοιπόν ο μέγας και Θείος Ιάκωβος ήταν Άγιος, από την κοιλιά της μητέρας του αγιασμένος, καθώς λέγουν τα ιερά βιβλία. Διά τούτο και μετά Χριστόν, πρώτος χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ιεροσολύμων. Μονάχα αυτός έμπαινε εις τα άγια των αγίων, όχι μια φορά το χρόνο όπως οι Ιουδαίοι, αλλά κάθε ημέρα, επειδή ήταν αγνός και καθαρότατος από κάθε αμαρτία. Εκεί ευρισκόταν πάντοτε γονατισμένος παρακαλώντας τον Κύριο για τη σωτηρία του λαού. Περισσότερο και από τον Μωυσή προσευχόταν.

Οι Φαρισαίοι παρακινούν τον Ιάκωβο να αρνηθεί τον Χριστό

Η θεάρεστη ζωή του Ιακώβου γινόταν παράδειγμα σε πολλούς Ιουδαίους και πολλοί γίνονταν Χριστιανοί. Άλλοι όμως, όπως ο Άνανος, ξεσήκωναν τους Ιουδαίους εναντίον του Ιακώβου. Μια μέρα οι ασεβείς είχαν τολμήσει να βάλουν τον Ιάκωβο στη μέση και να τον πιέζουν να αρνηθεί την πίστη στον Χριστό. Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι επήγαν λοιπόν στον Ιάκωβο και του είπαν: «Σε παρακαλούμε Δίκαιε, δίδαξε τον λαό, διότι πλανήθηκαν και πιστεύουν στον Ιησού, νομίζοντες ότι αυτός είναι ο Χριστός. Γι’ αυτό την ημέρα του Πάσχα, κατά την οποία θα συγκεντρωθούν, προσπάθησε πολύ να τους πείσεις, να μην πλανώνται πιστεύοντας έναν άνθρωπο για Θεό».

Ο Ιάκωβος ομολογεί

Αμέσως λοιπόν, επειδή ήλθε η ώρα να αντισταθεί ο Άγιος κατά των Φαρισαίων και του ψεύδους, δεν δείλιασε για τον πρόσκαιρο θάνατον που τον περίμενε. Άφησε την φωνή, τη ψυχή και τη γλώσσα ελεύθερη και είπε: «Τί με ερωτάτε για τον Ιησού; Αυτός κάθεται στον ουρανό στα δεξιά του Πατρός Του. Αυτός πάλι θα έλθει καθισμένος σε νεφέλη του ουρανού να κρίνει με δικαιοσύνη την οικουμένη άπασα». Με την μαρτυρία αυτή του Ιακώβου πίστεψαν και άλλοι πολλοί και φώναζαν: «Ωσαννά τω Υιώ Δαβίδ». Οι τυφλοί Φαρισαίοι και Γραμματείς όρμησαν κατά πάνω του φωνάζοντας δυνατά για να τους ακούσει ο λαός: «Ως και ο δίκαιος πλανήθηκε».

Ο Άγιος λιθοβολείται

Η μανία των Φαρισαίων γίνεται ακράτητη. Ανέβηκαν στο πτερύγιο, τον άρπαξαν τον Ιάκωβο σαν άγρια θηρία και τον γκρέμισαν στη γη. Επειδή όμως ο Άγιος δεν πέθανε αμέσως, αρχίζουν να τον λιθοβολούν οι κακούργοι. Εκείνος δεχόταν τις πέτρες ατάραχος, σαν θησαυρό πολυτίμητο και έλεγε γονατισμένος: «Κύριε Θεέ, Πάτερ, συγχώρεσέ τους, γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν». Προσευχόταν για τους φονιάδες και τους αχάριστους, οι οποίοι καίτοι τον άκουσαν να προσεύχεται γι’ αυτούς, δεν σεβάστηκαν τη μακροθυμία του οι αχάριστοι, αλλά ακόμη τον πετροβολούσαν. Ένας δε Ιερέας από τους υιούς του Ρηχάβ, φώναζε: «Σταματήστε, τί κάνετε δυστυχισμένοι; Για μας εύχεται ο Δίκαιος και σεις, ώ άδικοι, τον πετροβολάτε;». Τότε ένας από τούς κακούργους εκείνους άρπαξε το ξύλο και με αυτό τον κτύπησε δυνατά στο κεφάλι και τον σκότωσε. Αμέσως τον πήραν αυτοί και τον έθαψαν κοντά στο Ναό. Μετά τον φόνο του Ιακώβου έπαθαν πολλά κακά οι Ιουδαίοι. Τοιουτοτρόπως λοιπόν, με το Μαρτύριο του Δικαίου Ιακώβου, προστέθηκε ένας ακόμη Μάρτυς στους Μάρτυρες και τους Δικαίους.

 

                                        ΔΟΞΑ Τῼ ΘΕῼ