Πνευματικές Νουθεσίες 3(77)

Έτος 12ο Φύλλο 3(77)

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ

Πόνημα Νεανικής Συντροφιάς Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Λιβαδειάς

« Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός »

(διαδικτυακή κυκλοφορία: http://www.inevagelistrias.wordpress.com)

ΤΡΙΩΔΙΟΝ – Α΄ ΜΕΡΟΣ

«Τριώδιον» καλεῖται ἐν γένει ἡ κατανυκτικὴ ἐκκλησιαστικὴ περίοδος, ἡ ὁποία ξεκινᾶ τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου καὶ τελειώνει τὸ Μεγάλο Σάββατο. Διαιρεῖται δὲ αὐτὴ σὲ τρεῖς ὑποπεριόδους. Τὰ τελούμενα κατὰ τὶς τρεῖς πρῶτες ἑβδομάδες, τὶς κατεξοχὴν ἑβδομάδες τοῦ Τριωδίου, προετοιμάζουν τοὺς ὀρθοδόξους Χριστιανούς, ὥστε αὐτοὶ νὰ ὑποδεχθοῦν, μὲ πνευματικὴ κατάσταση πρόσφορη, τὴν περίοδο τῶν Ἁγίων Νηστειῶν. Ἡ τελευταία περίοδος, περίοδος πνευματικῶν ἀγώνων καὶ κόπων, διαρκεῖ ἕξι ἑβδομάδες, κατὰ μίμηση τῆς τεσσαρακονθήμερης νηστείας τοῦ Χριστοῦ στὴν ἔρημο (Λουκ. δ΄, 1-2). Μετὰ τὸ πέρας τῶν Ἁγίων Νηστειῶν ἀκολουθεῖ ἡ πάντιμος καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ὁπότε ἐπὶ ἕξι ἡμέρες παρακολουθοῦμε καὶ συμμετέχουμε στὰ ἅγια Πάθη τοῦ Κυρίου μας, Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Εἰδικότερα, ἡ ὀνομασία «Τριώδιο» προέρχεται ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο λειτουργικὸ βιβλίο, στὸ ὁποῖο περιλαμβάνονται οἱ Ἀκολουθίες τῆς περιόδου, ἔργο πολλῶν καὶ μεγάλων ποιητῶν-ὑμνογράφων τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Τοῦτο διότι οἱ Ἀκολουθίες τοῦ Ὄρθρου (πλὴν τοῦ Σαββάτου καὶ τῆς Κυριακῆς), ἀπὸ τὴν Δευτέρα μετὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω καὶ μέχρι τὴν Μεγάλη Πέμπτη, περιέχουν Κανόνες, οἱ ὁποῖοι δομοῦνται ἐπὶ τῇ βάσει τριῶν Ὠδῶν, καὶ ὄχι ἐννέα (= ὀκτὼ), ὡς εἶναι σύνηθες γιὰ τὶς ἄλλες ἐκκλησιαστικὲς περιόδους.

Ἡ Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου, ὡς ἀπαρχὴ τοῦ ἱεροῦ Τριωδίου, ἑστιάζει εὐλόγως στὴν ἀναγκαιότητα τῆς Μετανοίας, προϋπόθεση τῆς ὁποίας εἶναι ἡ ταπείνωση καὶ ἡ αὐτομεμψία. Δύο πρόσωπα, ὁ ἁμαρτωλὸς Τελώνης καὶ ὁ «δίκαιος» Φαρισαῖος, πρωταγωνιστοῦν ὡς τυπικοὶ ἐκφραστὲς δύο ἀσύμβατων καταστάσεων, τῆς φθοροποιοῦ ὑπερηφάνειας καὶ τῆς θεοποιοῦ ταπεινώσεως. Ὁ Θεὸς ἀποδέχεται τὴν δέηση τοῦ ἁμαρτωλοῦ Τελώνη, καθόσον αὐτὴ συνοδεύεται ἀπὸ ἀληθινὴ ταπείνωση καὶ συντριβὴ καρδίας, ἀπορρίπτει ὅμως τὴν προσευχὴ τοῦ δεύτερου, ἀφοῦ τὴν ἀρετή του συνοδεύει ἡ κενοδοξία. Ἡ ταπείνωση ὅμως ἀποτελεῖ τὴν βασικὴ προϋπόθεση γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ἀφοῦ αὐτὴ ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ καὶ ὑψοποιὸ μετάνοια, χωρὶς τὴν ὁποία οὐδεὶς δύναται νὰ σωθεῖ.

Παρομοίως τὴν δεύτερη Κυριακὴ τοῦ Τριωδίου, τοῦ Ἀσώτου Υἱοῦ, ὅπως εἶναι γνωστή, ἡ Ἐκκλησία διδάσκει ἐπίσης τὴν ἀξία καὶ τὸν τρόπο τῆς μετανοίας, κυρίως ὅμως τὸ ἀκατάληπτο τῆς θείας εὐσπλαχνίας, τὸ ἄρρητο τῆς θείας φιλανθρωπίας, καὶ τὸ ἀβυσσῶδες τῆς μακροθυμίας τοῦ Κυρίου. Σὺν τούτοις, ἡ ἐν λόγῳ Παραβολὴ (Λουκ. ιε’, 11-32) ἀποτελεῖ σύνοψη τῆς θείας Οἰκονομίας, σύνοψη τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Σύμφωνα μὲ τὸ θεόπνευστο αὐτὸ κείμενο, ἀνεξάντλητο σὲ βαθιὰ νοήματα, ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται μὲ τὴν θέλησή του, καὶ ἄνευ ἀποχρῶντος λόγου, ἀπὸ τὸν πλάστη καὶ Κύριό του. Ἐν συνεχείᾳ, παραδίδεται στὰ πάθη καὶ στὴν δουλεία τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν, στερούμενος τὰ θεϊκά του χαρίσματα. Ὑπὸ τὴν ἐξουσία καὶ ὑπηρεσία τοῦ διαβόλου (αὐτὸς εἶναι ὁ πολίτης τῆς χώρας ἐκείνης, στὸν ὁποῖο ὑποτάχθηκε ὁ Ἄσωτος) ὁδηγεῖται στὸν πνευματικὸ καὶ σωματικὸ θάνατο. Παρὰ ταῦτα ὁ Θεός-Πατέρας ἀναμένει καὶ ἐπιδιώκει τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου∙ καὶ ὅταν αὐτὸ συμβαίνει, ὄχι μόνον ἀποκαθιστᾶ τὸ πλάσμα του στὸ ἀρχαῖο του κάλλος, ἀλλὰ καὶ τὸ ἀναβιβάζει σὲ ὕψη χάριτος καὶ δόξης, ζηλευτὰ ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους.

Τὸ Σάββατο πρὸ τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω, εἶναι γνωστὸ ὡς Ψυχοσάββατο ἣ Σάββατο τῶν Ψυχῶν. Εἶναι τὸ πρῶτο ἐκ τῶν δύο Ψυχοσαββάτων (τὸ δεύτερο τελεῖται τὸ Σάββατο πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς), τὰ ὁποῖα καθιέρωσε ἡ Ἐκκλησία μας ὡς ἡμέρα μνήμης τῶν ἀπ’ αἰῶνος κεκοιμημένων, καὶ μάλιστα ἐκείνων ποὺ δὲν ἀξιώθηκαν τῶν τεταγμένων μνημοσύνων. Τὰ ἐν αὐτῷ τελούμενα ἔχουν ἰδιαίτερη σημασία, καθόσον προηγοῦνται τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω, ἡμέρα ἡ ὁποία ἀναφέρεται στὴν Δευτέρα Παρουσία. Δεόμεθα δὲ στὸν Θεὸ καὶ Κύριό μας νὰ ἀναπαύσει τὶς ψυχὲς τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας καὶ νὰ ἀξιώσει αὐτοὺς τῆς οὐρανίου βασιλείας Του. Ἐπιπλέον, ἡ ἡμέρα διεγείρει πνευματικῶς τοὺς εὐσεβεῖς, καθόσον ἡ μελέτη τοῦ θανάτου ἀποτελεῖ ἐφαλτήριο γιὰ τὴν σωτηρία.

Σημειωτέον ὅτι ἡ ἀνάμνηση τῆς ἀδεκάστου Κρίσεως κατὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω τίθεται, προκειμένου νὰ μᾶς ὑπενθυμίσει ὅτι ἡ φιλανθρωπία καὶ ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐκφράσθηκε στὶς προηγούμενες ἡμέρες, συναρτᾶται μὲ τὴν ἰδιότητά Του ὡς Κριτοῦ δικαίου, ζώντων καὶ νεκρῶν. Ὀνομάζεται δὲ ἡ Κυριακὴ αὐτὴ «Ἀπόκρεω», ἐπειδὴ ἀπὸ τὴν ἡμέρα αὐτὴ καὶ μετὰ οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ γευθοῦν κρέας, ἐνῶ ἐπιτρέπεται ἡ βρώση ὅλων τῶν ἄλλων τροφῶν ἀνεξαιρέτως. Πρέπει δὲ νὰ γνωρίζουμε ὅτι ἡ διάταξη αὐτὴ δὲν εἶναι μόνον προδρομικὴ τῆς τεσσαρακονθήμερης Νηστείας∙ παραπέμπει στὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὔα, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία αὐτοὶ μποροῦσαν νὰ φᾶνε ἀπὸ ὅλα τὰ φυτὰ τοῦ Παραδείσου, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν καρπὸ τοῦ «Ξύλου τοῦ γινώσκειν καλόν καὶ Πονηρόν» (Γέν. Γ΄, 17). Ἐπειδὴ δὲ οἱ Πρωτόπλαστοι δὲν σεβάσθηκαν τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ἐκδιώχθηκαν ἀπὸ τὸν Παράδεισο καὶ ἀπὸ τὴν ἀγκάλη Του. Ἔτσι καὶ ἐμεῖς σήμερα δὲν ἐπιτρέπεται νὰ κρεοφαγοῦμε τὴν ἑβδομάδα αὐτή, ὥστε νὰ μὴν λάβουμε τὰ ἐπίχειρα ἁμαρτίας, ἀνάλογης πρὸς τὴν προπατορική.

Τὸ Σάββατο πρὸ τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς, ἔχοντας παιδαγωγηθεῖ ἀπὸ τὴν μνήμη τῆς τελικῆς Κρίσεως, οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας θεώρησαν χρήσιμο νὰ μᾶς παιδαγωγήσουν καὶ μὲ ἕνα ἀκόμη μέσο: διὰ τῆς μνείας τοῦ βίου, τῶν πόνων καὶ τῶν καμάτων τῶν Ὁσίων πατέρων καὶ μητέρων. Τοῦτο δὲ ὄχι μόνον γιὰ νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τὸ παράδειγμά τους, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἐνισχυθοῦμε στὸν ἀγῶνα τῆς ἀρετῆς∙ πῶς; Μὲ τὸ νὰ ἀναλογισθοῦμε ὅτι οἱ Ὅσιοι πατέρες μας, ἀπὸ τὸν Μέγα Ἀντώνιο μέχρι τὸν ὅσιο Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη, εἶχαν (καὶ ἔχουν) τὴν ἴδια μὲ μᾶς φύση∙ εἶχαν καὶ αὐτοὶ σῶμα ἀνθρώπινο, εἶχαν καὶ αὐτοὶ ἐπιθυμίες καὶ ἀδυναμίες ὡς ἄνθρωποι. Ἐντούτοις, καὶ σὲ ἀντίθεση μὲ μᾶς σήμερα, δὲν φείσθηκαν οὔτε τὸ σῶμα οὔτε τὶς ἐπιθυμίες του. Κακουχούμενοι σὲ ὀπὲς τῆς γῆς, σὲ σπήλαια καὶ καλύβες, δίχως καμμιὰ σωματικὴ ἀνάπαυση, δίχως παρηγορία, μαχόμενοι καθημερινὰ μὲ τὸν πειρασμό, εὐαρέστησαν τὸν Κύριό τους, καὶ ἔλαβαν τὸ ἀτίμητο στεφάνι τῆς νίκης ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἀγωνοθέτη Χριστό.

Ἡ Κυριακὴ πρὸ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, καλεῖται τῆς Τυρινῆς ἣ τῆς Τυροφάγου. Τὴν ἀποφράδα αὐτὴ ἡμέρα ἡ Ἐκκλησία μνεία ποιεῖται τῆς ἐξορίας τῶν Πρωτόπλαστων ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Ἀπὸ τὴν ἑπομένη ἡμέρα (Καθαρὰ Δευτέρα) ξεκινᾶ ὁ ἀδιάλειπτος καὶ κοπιώδης ἀγώνας τοῦ ἀνθρώπου, ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν, γιὰ τὴν ἐπιστροφή μας στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ ὅπου καὶ ἐξεβλήθημεν λόγῳ τῆς ἀνυπακοῆς μας, λόγῳ τῆς ἀθετήσεως τοῦ Αἵματος τῆς Διαθήκης καὶ λόγῳ τῆς καταφρονήσεως τῶν ἱερῶν συνθηκῶν, τὶς ὁποῖες βεβαιώσαμε ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων, κατὰ τὸ Βάπτισμά μας. Ἡ Κυριακή, λοιπόν, τῆς Τυροφάγου συνιστᾶ τὴν ἀπαρχὴ τῆς ἱστορίας τοῦ Ἀνθρώπου καὶ τῆς σωτηρίας του, ἡ δὲ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀνακεφαλαίωση ὅλης τῆς θείας Οἰκονομίας καὶ τοῦ σωτηριώδους ἔργου τοῦ Θεοῦ.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, εἶναι παράδοξο, ὅτι αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν Κυριακή, ἡμέρα θρήνων καὶ ὀδυρμῶν γιὰ τοὺς ἀληθινοὺς Χριστιανούς, κορυφώνονται οἱ καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις, οἱ ὁποῖες, ὡς γνωστόν, συνοδεύονται ἀπὸ ἀκολασίες, γέλωτες, χοροὺς καὶ συμπόσια. Διὰ τοῦ τρόπου αὐτοῦ μιαίνουμε καὶ βεβηλώνουμε τὴν ἀπαρχὴ τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, ἐνῶ θὰ ἔπρεπε τὴν ἡμέρα αὐτὴ νὰ μείνουμε κλεισμένοι στὸ ταμεῖο τῆς καρδιᾶς μας, δεόμενοι πρὸς τὸν γλυκύτατο Ἰησοῦ, προκειμένου Αὐτὸς νὰ μᾶς ἐνδυναμώσει γιὰ τὸ πεδίο τῶν πνευματικῶν ἀγώνων, ποὺ ἀνοίγεται μπροστά μας.

Κωνσταντίνος Βαφειάδης, καθηγηγητής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών

ΚΑΛΟ ΤΡΙΩΔΙΟ, ΚΑΛΟ ΑΓΩΝΑ, ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ