Πνευματικές Νουθεσίες 6(31)

Έτος 4ο                                                                                                              Φύλλο 6(31)

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ
Πόνημα Νεανικής Συντροφιάς Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Λιβαδειάς
« Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός »

ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ Ή ΧΑΡΜΟΛΥΠΗ;

   «Κάθε απόγευμα, φεύγοντας από το σχολείο, τα παιδιά το ’χαν συνήθεια να παίζουν στον κήπο του γίγαντα. Ήταν ένας πελώριος, μαγευτικός κήπος, με χιλιάδες πολύχρωμα λουλούδια, χρώματα και αρώματα. Τα πουλιά κελαηδούσαν γλυκά και τα παιδιά ήταν τόσο ευτυχισμένα!

   Μια μέρα, ύστερα από επτά χρόνια απουσίας του, ο γίγαντας γύρισε. Αυτός ήταν τόσο εγωιστής, που βλέποντας τα παιδιά να παίζουν στο δικό του κήπο, τα έδιωξε για πάντα τρομάζοντάς τα με την αγριότητά του. Έχτισε μάλιστα έναν πελώριο τοίχο ολόγυρα στον κήπο και ύστερα κάρφωσε μια πινακίδα που έλεγε: «Οι παραβάτες τιμωρούνται!»

   Τα παιδιά, δυστυχισμένα, δεν είχαν πια μέρος να παίξουν. Πέρασε καιρός. Ήρθε η άνοιξη. Όμως στον κήπο του γίγαντα βασίλευε η παγωνιά, το χαλάζι, το χιόνι, ο πάγος και ο βοριάς, που φυσούσε και μούγκριζε. Ήρθε το καλοκαίρι. Μα η παγωνιά του χειμώνα εξακολουθούσε να χορεύει ανάμεσα στα δέντρα του κήπου.

   Κάποια μέρα ο γίγαντας ξύπνησε από μια γλυκιά μελωδία. Ήταν ένα πουλί έξω απ’ το παραθύρι του. Η άνοιξη είχε γυρίσει, καθώς από ένα άνοιγμα του τοίχου είχαν τρυπώσει στον κήπο παιδιά. Σε μια άκρη του κήπου όμως ένα δέντρο ήταν ακόμη σκεπασμένο από πάγο και χιόνι. Από κάτω έστεκε ένα μικρό αγόρι που έκλαιγε, ανήμπορο να φτάσει και να σκαρφαλώσει στο δέντρο. «Πόσο εγωιστής υπήρξα», ψιθύρισε ο γίγαντας και βοήθησε το παιδί να ανέβει στο κλαδί. Το δέντρο άνθισε στη στιγμή και γέμισε πουλιά που τιτίβιζαν. Το αγοράκι αγκάλιασε και φίλησε γλυκά τον γίγαντα. Από τη χαρά του ο σκληρόκαρδος γίγαντας γκρέμισε τον τοίχο και άρχισε να παίζει καθημερινά με τα παιδιά.

   Περνούσε ο καιρός κι ο γίγαντας περίμενε το μικρό του φίλο να φανεί. Όμως ούτε τα παιδιά, ούτε κανείς δεν τον είχε ξαναδεί από τότε.

    Ο γίγαντας γέρασε και έγινε ανήμπορος να παίξει. Καθόταν όμως σε μια πολυθρόνα και κοιτούσε τα παιδιά που χαίρονταν το παιχνίδι στον κήπο του.

   Ένα χειμωνιάτικο πρωινό, σαν ξύπνησε ο γίγαντας, κοίταξε από το παράθυρο στον κήπο. Αυτό που είδε τον γέμισε χαρά. Σε μια απόμακρη γωνιά του κήπου ένα δέντρο έστεκε ολάνθιστο και πάνω του βρισκόταν το μικρό αγόρι που τόσο αγάπησε και περίμενε τόσον καιρό. Ήταν ντυμένο στα λευκά, ενώ τα χέρια του ήταν πληγωμένα από καρφιά. «Ποιός τόλμησε να σε πληγώσει; » είπε ο γίγαντας γεμάτος θυμό. «Κανένας», είπε το παιδί «αυτές είναι οι πληγές της αγάπης». «Ποιος είσαι;» ρώτησε ο γίγαντας. Το παιδί χαμογελώντας αποκρίθηκε: «Κάποτε με άφησες να παίξω στον κήπο σου. Σήμερα θα έρθεις για πάντα κοντά μου, στο δικό μου κήπο, τον Παράδεισο».

   Όταν ήρθαν το απόγευμα τα παιδιά να παίξουν, βρήκαν το γίγαντα να κοιμάται για πάντα, ξαπλωμένος κάτω απ’ το ολάνθιστο δέντρο, σκεπασμένος με πάλλευκα ανθάκια».
Ένα από τα πιο αγαπημένα παραμύθια των μαθητικών χρόνων, «Ο Εγωιστής Γίγαντας» του Όσκαρ Ουάιλντ υπενθυμίζει, χρόνια μετά, τη δύναμη της αγάπης και την ασχήμια του εγωισμού. Μια ασχήμια που μετατρέπεται σε μιζέρια της μοναξιάς, σε άρνηση ή υποτίμηση της ανθρώπινης ζωής, σε άγχος, περιθωριοποίηση και αλλοτρίωση, σε ένα ασφυκτικό κλείσιμο, σε κατάθλιψη.

   Πλήθυνε ο αιώνας τούτος σε θλίψη, πόνο, δάκρυ, αγωνία, στέρηση, μελαγχολία σε μια αγέλαστη, σκυθρωπή πολιτεία. Η κατάθλιψη αποτελεί στις μέρες μας παγκόσμια κρίση. Πρόκειται για ψυχική διαταραχή με ποικίλες προεκτάσεις και συνέπειες, τόσο για τον άνθρωπο που τη βιώνει προσωπικά, όσο και για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ενημερώνει ότι τουλάχιστον 350 εκατομμύρια άνθρωποι όλων των ηλικιών και των κοινοτήτων έχουν επηρεαστεί από την κατάθλιψη. Σήμερα η κατάθλιψη βρίσκεται στην τρίτη θέση των αιτιών που προκαλούν σοβαρές αναπηρίες στον άνθρωπο και οι προβλέψεις αναφέρουν ότι το 2030 θα είναι στην πρώτη θέση. Επισημαίνεται δε πως ένας στους δέκα πάσχει από κατάθλιψη, ένας στους πέντε θα βιώσει την κατάθλιψη κατά τη διάρκεια της ζωής του, ενώ 600.000 Έλληνες παρουσιάζουν καταθλιπτικά συμπτώματα. Έχει ακόμα δηλωθεί πως κάθε 40 δευτερόλεπτα αυτοκτονεί ένας άνθρωπος, ενώ κάθε 3 δευτερόλεπτα ένας άνθρωπος σκέφτεται να αυτοκτονήσει.

   Τα αίτια του φαινομένου είναι σύμφωνα με ειδικούς, ψυχοκοινωνικοί παράγοντες: η συνεχής μοναξιά, η χρόνια ασθένεια, η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, μια τραυματική εμπειρία, επαναλαμβανόμενες αποτυχίες στην προσωπική ζωή, συνεχείς συγκρούσεις στο σπίτι ή την εργασία, αλλά και μόνιμη κατάσταση άγχους ή στενοχώριας που δεν φαίνεται να μπορεί να αλλάξει. Επίσης είναι τα συζυγικά προβλήματα, το διαζύγιο, μια ερωτική απογοήτευση, μια αποβολή ή μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, η γέννηση ενός παιδιού, η εξωτερική εμφάνιση, η τρίτη ηλικία και το πέρασμα από την εργασία στη συνταξιοδότηση. Στα παραπάνω έρχονται να προστεθούν η ανεργία, τα επακόλουθα της οικονομικής κρίσης, το διαδίκτυο κ.ά.

   Οι συνέπειες της ψυχοσωματικής αυτής κατάστασης είναι οι ακόλουθες: αϋπνία, ανορεξία, κόπωση, έλλειψη συγκέντρωσης και διάθεσης για εργασία, αδράνεια, μελαγχολία, αποξένωση, άγχος, αδυναμία λήψεως αποφάσεων, ατολμία. Ο καταθλιπτικός φθάνει ως την αυτομομφή, την πίστη πως δεν αξίζει να είναι ζωντανός, πως δεν πρέπει να ζει, άρα την τάση για αυτοκαταστροφή. Ο άνθρωπος, δηλαδή, έχοντας χάσει κάθε ενδιαφέρον, χάνει την ικανότητα να νιώθει χαρά, δεν τον γεμίζει τίποτε και τελικά χάνει την αγάπη ακόμη και για τον ίδιο του τον εαυτό, καθώς επίμονα αρνείται να κάνει κάτι προκειμένου να τον βοηθήσει. Η ψυχή του θυμίζει τον πύργο του γνωστού παραμυθιού «Ραπουνζέλ». Εκεί η ηρωίδα αιχμαλωτίζεται σ’ έναν πανύψηλο πύργο, όπου δεν υπάρχουν ούτε πόρτες, ούτε σκάλες, ούτε πολλά παράθυρα. Η μόνη είσοδος είναι ένα στενό παράθυρο κοντά στη στέγη απ’ όπου η Ραπουνζέλ δέχεται τη μάγισσα που την κρατά αιχμάλωτη, αφού είναι αναγκασμένη να ρίχνει κάτω τα μακριά της μαλλιά για να την ανεβάζει.

   Στη θεολογική ορολογία η κατάθλιψη συναντάται με τον όρο «λύπη», «ακηδία». Ο Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος μιλώντας για τους «λογισμούς της κακίας», γνωστούς ως τα «επτά θανάσιμα αμαρτήματα», παρουσιάζει ως πέμπτο θανάσιμο αμάρτημα τη λύπη, ενώ ως έκτο την ακηδία. Ο μακαριστός Γέροντας π.Ιάκωβος Τσαλίκης παρατηρούσε τη λύπη στα πρόσωπα των πιστών που τον επισκέπτονταν, επιβεβαιώνοντας τα λόγια που του είχε πει ο Όσιος Δαυίδ βγαίνοντας από την εικόνα του: «Μεγαλύτερη αρρώστια σήμερα είναι η στενοχώρια».

   Η «ακηδία» («ἀ στερητικό + κῆδος», όπου «κῆδος» σημαίνει φροντίδα, μέριμνα για κάτι), το έκτο «θανάσιμο αμάρτημα», κατά τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας αλλά και σύμφωνα με το Γέροντα Πορφύριο είναι η γνωστή σε όλους κατάθλιψη. Πρόκειται για το πάθος εκείνο που αδρανοποιεί, καθηλώνει και σχεδόν νεκρώνει τον άνθρωπο, καθώς τον καθιστά «αιχμάλωτο μιας ιδέας». Ο διάβολος μπαίνοντας στην ψυχή τη γεμίζει με λύπη, οδηγώντας τον άνθρωπο στην απελπισία. «Ο διάβολος, ο κακός εαυτός μας, κατορθώνει και παίρνει από την μπαταρία της ψυχής μας, που έχει τη δύναμη για να κάνουμε το καλό, την προσευχή, την αγάπη, τη χαρά, την ειρήνη, την ένωσή μας με το Θεό, αυτός κατορθώνει και μας παίρνει αυτή την ενέργεια και την κάνει θλίψη, κατάθλιψη» (Γέρων Πορφύριος).

   Ο δαίμονας του πάθους αυτού κατά τον Ευάγριο τον Ποντικό είναι ο βαρύτερος και δυνατότερος απ’ όλους τους δαίμονες, καθώς ο άνθρωπος διχάζεται και χάνει την ελπίδα του, ενώ κατά τον Ιερό Χρυσόστομο η ακηδία σβήνει το πνεύμα του Θεού που ενυπάρχει στον άνθρωπο.

   Αιτία του πάθους της κατάθλιψης είναι ο μεγάλος εγωισμός, η έλλειψη ταπείνωσης. Ο Γέρων Πορφύριος υποστηρίζει πως ο άνθρωπος από παιδί ανατρέφεται με συνεχή καλλιέργεια του εγωιστικού φρονήματος, με αποτέλεσμα όταν μεγαλώνοντας τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά από τις επιθυμίες του, να κλείνεται στον εαυτό του, να είναι διαρκώς θλιμμένος, να χάνει την αυτοεκτίμησή του και να μην αντέχει τη σκληρή και άδικη κατ’ αυτόν πραγματικότητα. Ο εγωιστής ποτέ δεν χορταίνει τον έπαινο και γι’αυτό είναι διαρκώς λυπημένος, ενώ ο ταπεινός είναι πάντα ικανοποιημένος. «Xαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου» (Κολ.1,24), φώναζαν οι Απόστολοι και οι Άγιοι, αισθανόμενοι ειρηνικοί, υγιείς ψυχικά, πλήρεις. Ήξεραν καλά να μετατρέπουν τη λύπη σε χαρά, ζούσαν τη χαρμολύπη. Έδιναν στο Θεό ό,τι τους έθλιβε και τους βάραινε για να το μεταμορφώσει. Είχαν την εμπειρία της επισκέψεως του Θεού, της ένωσής τους μαζί Του, ενώ δοκιμάζονταν ποικιλοτρόπως.

   Η Εκκλησία έχοντας δεδομένο πως «ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν, ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή», γνωρίζει ότι ο πόνος είναι ένα στοιχείο της ζωής. «Doleo ego sum» (πονώ, άρα υπάρχω) υπογραμμίζει ο Ρώσος Ορθόδοξος φιλόσοφος Νικόλαος Μπερντιάεφ. Η ζωή όμως είναι δυνατότερη από τον πόνο. Ταυτόχρονα, η αγάπη είναι αυτή που μεταμορφώνει τα πάντα. «Η αγάπη είναι πιο γλυκιά από τη ζωή» κατά τον Άγιο Ισαάκ το Σύρο. Ζω σημαίνει αγαπώ, κατ’ επέκταση «αγαπώ, άρα υπάρχω». Εξάλλου, αυτό που νοηματοδοτεί την ανθρώπινη ύπαρξη είναι η σχέση. Το αρχαίο λατινικό ρητό «unus christianus, nullus christianus» (ένας Χριστιανός, κανένας Χριστιανός) θυμίζει το λόγο του Γρηγορίου Νύσσης » ἡ σχέσις σώζει». Τίποτε δεν υπάρχει, καθετί συνυπάρχει • δε ζει μόνο του, αλλά συζεί. Ζω και υπάρχω μόνο εάν, όταν και όσο σχετίζομαι, ερωτεύομαι, αγαπώ, επικοινωνώ. Τελικά, αγαπώ σημαίνει ελευθερώνομαι, άρα συναντώ την ελευθερία, την αλήθεια που είναι ο Χριστός («ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» Ιω.8,32) μέσα από την εκκλησιαστική ζωή και τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας. Ο άνθρωπος έχοντας κοινωνία με τον Θεό, ανοίγεται προς τον κόσμο και τον αγκαλιάζει. Εκεί ακριβώς βρίσκεται η κατάργηση της ακηδίας. Στο να αρνηθεί δηλαδή κανείς δια της ταπεινώσεως και μετανοίας την αμαρτία, που είναι η αιτία χωρισμού του ανθρώπου από το συνάνθρωπο, τη φύση και τον Θεό και να μεταμορφωθεί. «Η μεγάλη τέχνη, λέει ο Γέροντας Πορφύριος, είναι πώς θα δοθείς στην αγάπη του Θεού… Εάν δεν κατορθώσεις να αποκτήσεις ταπείνωση, τίποτε δεν κάνεις. Μόνο με τα ναρκωτικά θα προσπαθείς να κοιμηθείς και να ηρεμήσεις και όλα».
Μέσα στην άβυσσο της αγωνίας και του φόβου του σύγχρονου ανθρώπου η απάντηση βρίσκεται στη ζεστή, στοργική αγκαλιά του Θεού. «Έχεις λύπη, ο Θεός σου λείπει» έλεγε ο π.Παΐσιος. Αυτό που ζητά το κάθε ανθρώπινο πρόσωπο –γιατί άλλωστε αυτό είναι που λείπει από τον καθένα μας– είναι να ακουστεί · να μοιραστεί την αγωνία, τον πόνο που βιώνει και κάθε του σκέψη, χαρά και ελπίδα, με το συνάνθρωπο. Γιατί μόνο μαζί του μπορεί να μεταμορφώσει τη λύπη σε χαρμολύπη.

ΔΟΞΑ ΤΩ ΘΕΩ