Πνευματικές Νουθεσίες 2(83)

Έτος 13ο Φύλλο 2(83)

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ

Πόνημα Νεανικής Συντροφιάς Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Λιβαδειάς

« Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός »

(διαδικτυακή κυκλοφορία: http://www.inevagelistrias.wordpress.com)

Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης ο Ομολογητής (μνήμη 4 Νοεμβρίου)

Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης ο Ομολογητής. Ο όσιος και ομολογητής Γεώργιος Καρσλίδης είχε την καταγωγή του από τα αγιασμένα χώματα της Ανατολής. Γεννήθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, το 1901, στην Αργυρούπολη του μαρτυρικού μας Πόντου. Έζησε συνολικά 58 χρόνια ομολογίας, θυσίας και προσφοράς, έχοντας ως σύνθημα της ζωής του «να μη ζει για τον εαυτό του, αλλά για τον Θεό και τους ανθρώπους». Γονείς είχε τους ευλαβείς Σάββα και Σοφία. Από αυτούς διδάχθηκε τη θεοσέβεια. Νωρίς όμως, έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς του – ο πατέρας του σκοτώθηκε σε κάποια μάχη.

Τα πρώτα χρόνια

Έτσι τον μικρό Αθανάσιο (αυτό ήταν το βαπτιστικό όνομα του Αγίου) ανέλαβε να τον προστατέψει η πιστή γιαγιά του. Αυτή του ενέπνευσε την αγάπη προς τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας και τη συνειδητή πνευματική ζωή. Με αυτήν, την ευλαβέστατη γιαγιά του, σε ηλικία 7 ετών ο Αθανάσιος επισκέπτεται για πρώτη φορά την ιστορική Μονή της Παναγίας στον Σουμελά του Πόντου.

Και εκεί το μικρό παιδί εναποθέτει την ελπίδα της ζωής του. Σύντομα όμως και η γιαγιά του ανεχώρησε για τον ουρανό, αφήνοντάς του πολύτιμη κληρονομιά μαζί με τη θεοσέβεια και μία φιλντισένια εικόνα της Παναγίας – σε μορφή επιστήθιου εγκολπίου – την όποια πλέον έφερε πάντα πάνω του, ως οικογενειακό κειμήλιο ευλάβειας και προστασίας.

Η σκληρή και βάναυση συμπεριφορά του μεγαλυτέρου αδελφού του, τον ανάγκασαν μαζί με τον παππού του να φύγουν για τη Θεοδοσιούπολη της Μεγάλης Αρμενίας. Δε θα παραμείνει όμως για πολύ εδώ.

Αισθάνεται μέσα του βαθιά δίψα για τον Θεό. Αυτόν ποθεί και σ’ Αυτόν επιθυμεί ν’ αφιερωθεί.

Ξεκινά λοιπόν μόνος το μεγάλο του ταξίδι με όπλο του την πίστη, έχοντας μαζί του έκτος από την εικόνα της Παναγίας, ένα σταυρό, ένα θυμιατό και το πιστοποιητικό της γεννήσεώς του. Διήνυσε περιπετειώδη πορεία μέσα από δύσβατα μονοπάτια και χιονισμένες εκτάσεις του Καυκάσου.

Ο κύριος τον προστάτευε

Ο Κύριος τον προστάτευε συνεχώς. Αλλά και οι Άγιοι που επεκαλείτο και τους ονόμαζε φίλους του, ήταν πάντα κοντά του και τον συνόδευαν και κυρίως ο άγιος Γεώργιος.

Έφθασε στην Τιφλίδα της Γεωργίας. Και από εκεί ή θεία Πρόνοια οδήγησε τα βήματά του σε γειτονικό μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής.

Με ευγνωμοσύνη προς τον άγιο Θεό εισήλθε στον άγιο αυτό χώρο. Στολισμένος με την αθωότητα, τη σύνεση, την « αδιάκριτη » πίστη και τον φόβο του Θεού, απέσπασε την αγάπη και τον σεβασμό των συμμοναστών του. Στα διακονήματα που του ανέθεσαν, της ραπτικής, της υφαντικής και της μαγειρικής, υπήρξε υποδειγματικός με ζηλευτή φιλεργία και αποδοτικότητα.

Αγαπούσε όμως πολύ και την αυστηρή άσκηση στον εαυτό του και την κακοπάθεια. Ζούσε για τον Θεό και χαιρόταν για όσα απολάμβανε εκεί. Και έλεγε: «Εγώ έτσι θα περάσω στη ζωή μου».

Στις 20 Ιουλίου 1919 ο Αθανάσιος κείρεται μοναχός και λαμβάνει το όνομα Συμεών. Κατά την ιερή εκείνη ώρα της κουράς του, οι καμπάνες της Μονής κτύπησαν από μόνες τους.

Και θεωρήθηκε αυτό το γεγονός θείο σημείο της εύνοιας του Θεού προς τον πιστό δούλο Του, τον μελλοντικό Άγιό Του.

Ο μοναχός Συμεών πλημμυρισμένος από τη χάρη του Θεού συνεχίζει τώρα την άσκησή του ακόμη πιο υπεύθυνα, τηρώντας με ακρίβεια τις ιερές υποσχέσεις, που έδωσε στην κουρά του για αυστηρή παρθενία, αδιάκριτη υπακοή και πλήρη ακτημοσύνη.

Οι διωγμοί των χριστιανών

Όμως από το 1917 στη Ρωσία άρχισε να μαίνεται ισχυρός ο άνεμος των διωγμών εναντίον της Εκκλησίας του Χριστού από το αθεϊστικό καθεστώς.

Ο Χριστός «ξανασταυρώνεται» με τόσο σκληρά διατάγματα και διαγγέλματα, ώστε να λένε: «Εμείς θα διορθώσουμε τα λάθη του Διοκλητιανού και του Νέρωνος».

Εκκλησίες βεβηλώνονται ή ισοπεδώνονται. Μοναστήρια πυρπολούνται ή κατεδαφίζονται. Μοναχοί και ιερωμένοι, αλλά και λαϊκοί φυλακίζονται και βασανίζονται σκληρά, γιατί παραμένουν πιστοί στην ορ-θόδοξη πίστη.

Οι πρώτοι μάρτυρες καταγράφονται στα Μαρτυρολόγια της Ρωσικής Εκκλησίας. Ήρθε όμως και η σειρά της Γεωργίας. Το Μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής λεηλατήθηκε. Οι μοναχοί συνελήφθησαν.

Τους έκλεισαν σε υγρή και σκοτεινή φυλακή, όπου ήταν αναγκασμένοι να ξαπλώνουν σε μία σανίδα, κάτω ακριβώς από την όποια αναδύονταν οι οσμές ακαθαρσιών από διερχόμενο υπόνομο.

Ο ηγούμενος της Μονής δεν άντεξε. Υπέκυψε και πέθανε μέσα στη φυλακή. Τον μοναχό Συμεών τον διαπόμπευσαν κάποια μέρα στους δρόμους και τον περιέφεραν δεμένο και χωρίς ρούχα, φωνάζοντας ειρωνικά γι’ αυτόν: «Να ο προφήτης!». Σταθεροί στην πίστη οι έγκλειστοι μοναχοί θέλησαν κάποιο Πάσχα και έψαλαν δυνατά μέσα στη φυλακή όλοι μαζί το «Χριστός Ανέστη».

Η καταδίκη και η θαυματουργή διάσωσή του

Ο διοικητής εξαγριωμένος διέταξε την καταδίκη τους. Αφού τούς φόρεσαν λευκούς χιτώνες, τους οδήγησαν δεμένους στην άκρη απόκρημνων βράχων.

Και από εκεί τούς γκρέμισαν, αφού προηγουμένως τους πυροβολούσαν ασταμάτητα. Ο μοναχός Συμεών δέχθηκε τρεις σφαίρες.

Μία τον χτύπησε στο σιδερένιο περίβλημα της εικόνας της Παναγίας που φορούσε, η άλλη τον πήρε επιδερμικά στο λαιμό και η τρίτη στα πόδια. Ο Όσιος σώθηκε θαυματουργικά.

Και τελικά του χάρισαν τη ζωή, γιατί υπήρχε νόμος που έλεγε: «Να αθωώνεται κάθε κατάδικος που δέχεται τρεις σφαίρες, όχι θανάσιμες».

Όμως oι εχθροί της πίστεως δεν ησύχασαν. Απαιτούσαν από τον Άγιο να αρνηθεί την Ορθοδοξία του.

Και ο Συμεών απάντησε με έντονη φωνή χτυπώντας το χέρι του στο τραπέζι του διοικητή: «Εσύ δεν έχεις εξουσία περισσότερη από τον Θεό».

Γι’ αυτό φυλάκισαν τον Όσιο και πάλι, τώρα σε σκληρότερες και πιο απάνθρωπες συνθήκες. Εκεί μέσα στη φυλακή ο Άγιος ασθένησε βαριά, του έπεσαν τα δόντια και υπέφερε φρικτά στα πόδια του.

Ο πανάγιος Θεός όμως, επεμβαίνει θαυματουργικά και με παρέμβαση ευγενών ανθρώπων της περιοχής εκείνης, αποφυλακίζει τον δούλο του. Εξέρχεται ο Όσιος με τα «στίγματα» του μάρτυρος και του ομολογητού. Με μορφή καταπονημένη, αλλά φωτεινή. Περιφέρεται τώρα ως διωκόμενος μοναχός. Ζει με εράνους…

Η Χειροτονία

Ο Κύριος καλεί τώρα τον πιστό δούλο Του στο υπούργημα της ιερωσύνης.

Χειροτονείται πρώτα διάκονος και στις 8 Σεπτεμβρίου 1925 χειροτονείται ιερεύς στον Άγιο Μηνά στη Γρούζια Σχέτα, λαμβάνοντας το νέο του όνομα: Γεώργιος.

Με το όνομα αυτό θα δοξάσει τον Θεό τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Ο όσιος ιερεύς, π. Γεώργιος, ήταν για όλους τούς ανθρώπους φως, δύναμη και παρηγοριά.

Προικισμένος με το χάρισμα της διορατικότητος, απεκάλυπτε τα προβλήματα των ανθρώπων. Έδινε σοφές συμβουλές σε όλους και τους καθοδηγούσε προς τον Χριστό.

Η φήμη του ως αγίου άρχισε από εκεί να απλώνεται… Και όταν από την Τιφλίδα ήρθε στο Σοχούμ και εδώ ο κόσμος τον αγάπησε πολύ.

Δεν έπαυσε δε ο όσιος Γεώργιος, παρά τη φιλάσθενη κράση του, να συνεχίζει την ασκητική του ζωή μέσα στην πόλη μένοντας σε ένα απέριττο δωμάτιο, πάμφτωχος και απαρνούμενος τις περιποιήσεις του κόσμου.

Παρέμενε φτωχός, αλλά ήταν πάντα πλούσιος σε αγάπη και σε καλοσύνη, που αντλούσε από τον μεγάλο Διδάσκαλο της αγάπης, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό!

Το 1929 ο όσιος Γεώργιος έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, που τόσο αγαπούσε και επιθυμούσε. Αποβιβάζεται στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.

Και το 1930 εγκαθίσταται μόνιμα στο χωριό Σίψα (σήμερα Ταξιάρχες) της Δράμας. Εδώ, ο πολύπαθος όσιος και ομολογητής ιερομόναχος π. Γεώργιος, θα παραμείνει μέχρι το τέλος της ζωής του, βαστάζοντας «εν τω σώματί του τα στίγματα του Ιησού Χριστού».

Το μοναστήρι και το κελί του

Το 1939 έχτισε το ταπεινό μοναστήρι του με τον ιερό ναό της Αναλήψεως και ένα φτωχό κελλάκι γι’ αυτόν. Το 1941 τον συνέλαβαν οι Βούλγαροι και τον οδήγησαν σε εκτέλεση.

Τον άφησαν όμως ελεύθερο και έφυγαν έντρομοι, καθώς τον έβλεπαν εξαϋλωμένο να προσεύχεται πριν τον θανατώσουν. Καθώς περνούσαν τα χρόνια, στη συνείδηση των ανθρώπων ο ιερομόναχος π. Γεώργιος Καρσλίδης έπαιρνε τη θέση του οσίου και του αγίου. Πλήθος κόσμου, πολλοί μάλιστα από τη Δράμα, βαδίζοντας με τα πόδια, έφθαναν στο Μοναστήρι της Αναλήψεως. Αλλά και από πολλά μέρη της Μακεδονίας και της Θράκης κατέφθαναν εκεί, άλλοι για να ζητήσουν την ευχή του Γέροντα και άλλοι να αναπαυθούν κοντά του στο Μυστήριο της ιεράς Εξομολογήσεως.

Φωτισμένος από το Πανάγιον Πνεύμα, εξαγνισμένος από τη μακροχρόνια άσκηση και το μαρτύριο στον Πόντο, «πλημμυρισμένος από γνήσια και καθαρά αισθήματα αγάπης προς τον συνάνθρωπο», μπορούσε να καθοδηγεί με ασφάλεια τον απλό και κουρασμένο κόσμο και να τον οδηγεί στη σωτηρία. Μιλούσε απλά και σταθερά και φύτευε στις καρδιές των ανθρώπων την αγάπη προς τον Χριστό και την Εκκλησία.

Ο άνθρωπος της Αγάπης

Ιδιαίτερα τόνιζε την αξία της συγχωρητικότητος. Χτυπούσε κάθε μορφή διχόνοιας και καλούσε τους αν-θρώπους να συμφιλιωθούν μεταξύ τους και με τον Θεό.

Στον λόγο του πάντα συνδύαζε την αυστηρότητα με την αγάπη, χωρίς να έχει ποτέ αστεία. Ήταν βαθιά ταπεινός στο φρόνημά του, άκακος και πραότατος.

Καλλιεργούσε το φιλακόλουθο πνεύμα, τελώντας με ακρίβεια και ιεροπρέπεια κάθε ιερή Ακολουθία της Εκκλησίας μας. Κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας, ήταν πάντα μεταρσιωμένος και συμβούλευε τους πιστούς «να είναι απερίσπαστοι και προσηλωμένοι στα τελούμενα, για να αξιώνονται να βλέπουν τα μεγαλεία τού Θεού».

Το κύριο χαρακτηριστικό του Αγίου ήταν η αγάπη. Γι’ αυτό τον ονόμαζαν «ο άνθρωπος της αγάπης». Ήταν ο ελεήμων και ο φιλόξενος. Συμμετείχε στα πένθη με παρήγορο και ενισχυτικό λόγο, διένεμε φαγητό σε φτωχούς, κάποτε ύφαινε ο ίδιος με τα χέρια του ρούχα για τους απόρους.

Μαζί δε με αυτά, δεν παρέλειπε ποτέ και την προσωπική του άσκηση και την κακοπάθεια, τη νηστεία του και τη μακρά και θερμή προσευχή του, παρ’ όλο που ήταν φιλάσθενος και έπασχε από χρόνια κρυολογήματα.

Ήρθε όμως και η μεγάλη ώρα για να αναχωρήσει ο Άγιος από τον κόσμο αυτό. Προαισθάνθηκε το τέλος του. Γαλήνιος και ειρηνικός, αφού προσέφερε όλο τον εσωτερικό του πλούτο στους ανθρώπους, γεμάτος από την παρουσία του Θεού και αφού ατένισε με ευλάβεια την εικόνα της Παναγίας και της είπε: «Της ευσπλαχνίας την πύλην άνοιξον ημίν, ευλογημένη Θεοτόκε», άφησε την πνοή του στον Πλάστη του και πέταξε στον ουρανό στις 4 Νοεμβρίου 1959. Είχε διανύσει ο Άγιος 58 ολόκληρα χρόνια μαρτυρίας, ομολογίας, ασκήσεως, αγάπης, αυτοθυσίας…

Κηδεύθηκε στη Μονή του με δάκρυα από τον πολυπληθή και ευγνώμονα λαό του Θεού. Και ετάφη δίπλα στον Ιερό Ναό της Αναλήψεως, που ο ίδιος εκεί με κόπο είχε κτίσει. Στις 9 Φεβρουαρίου 2006 έγινε η ανακομιδή των ιερών χαριτόβρυτων λειψάνων του, από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δράμας κ.κ. Παύλο, τα όποια ετέθησαν σε ιερή λειψανοθήκη για τον αγιασμό των πιστών. Πάμπολλα είναι τα θαύματα, που ο Κύριος με τις πρεσβείες του επιτελεί. Εκατοντάδες είναι οι προσκυνητές, που καταφθάνουν για να αφήσουν στον Άγιο ικετευτικές δεήσεις για τα θέματά τους και ευχαριστήριες προσευχές για τα θαύματά του.

Η ζωή του νέου Οσίου μας και ομολογητού αγίου Γεωργίου του Καρσλίδη, συνεχίζει και στις μέρες μας να μας συγκινεί και να μας διδάσκει. Μας καλεί να βαδίσουμε και μείς τον δρόμο της αγιότητος, όπως ακριβώς και εκείνος τον εβάδισε μέσα από τον αγώνα της ασκήσεως, την ομολογία της πίστεως και της έμπρακτης αγάπης. Αυτό μας ζητεί ο Άγιος. Μην του το αρνηθούμε. Αυτό θέλει και από μας ο Θεός μας.

ΔΟΞΑ Τῼ ΘΕῼ